Μέσα στο πολυάριθμο νέφος των μαρτύρων, που θυσιάστηκαν εκούσια για την αγάπη του Χριστού και που όλοι μαζί συνεφραίνονται στην άρρητη ομορφιά του Παραδείσου στον Ουρανό, ξεχωρίζει και ένας ένδοξος μάρτυς του 3ου μ.Χ. αιώνα από τα Μύρα της Λυκίας της Μικράς Ασίας. Ο λόγος για τον Άγιο ένδοξο μάρτυρα Θεμιστοκλή, που το βιοποριστικό του επάγγελμα ήταν βοσκός προβάτων, αλλά δεχόμενος τα νάματα της πίστεως από τους ευσεβείς γονείς του, βίωσε τις αλήθειες του Ευαγγελίου του Χριστού και αναδείχθηκε αργότερα ένθερμος ομολογητής της πίστεως στον ένα και αληθινό Θεό.
Την εποχή όμως αυτή, ο βασιλιάς Δέκιος είχε εξαπολύσει σκληρούς διωγμούς εναντίον των χριστιανών για να εξαφανίσει τη χριστιανική πίστη και να επιβάλλει τη θρησκεία των ειδώλων. Γι’ αυτό και ο Δέκιος απέστειλε βασιλικό διάταγμα στον άρχοντα της Λυκίας Ασκληπιό, το οποίο όριζε, ότι πρέπει να συλληφθούν όλοι οι χριστιανοί. Ένα στρατιωτικό απόσπασμα στάλθηκε μάλιστα και στα βουνά για να αναζητηθούν και να συλληφθούν εκεί οι χριστιανοί βοσκοί.
Αφού οι στρατιώτες έφτασαν σ’ ένα βουνό, πληροφορήθηκαν την ύπαρξη στην περιοχή ενός χριστιανού βοσκού με το όνομα Διοσκορίδης. Οι στρατιώτες άρχισαν να ψάχνουν ανελέητα στην περιοχή για να ανακαλύψουν και να συλλάβουν τον Διοσκορίδη. Μόλις εκείνος αντιλήφθηκε το στρατιωτικό απόσπασμα, εγκατέλειψε το κοπάδι με τα πρόβατα και αναζήτησε ασφαλές καταφύγιο για να προστατευθεί. Ένας λάκκος σκεπασμένος από βατομουριές αποτέλεσε το ιδεώδες καταφύγιο γι’ αυτόν. Αφού οι στρατιώτες ερεύνησαν την περιοχή χωρίς κανένα αποτέλεσμα, αντιλήφθηκαν σε κάποια απόσταση έναν άλλο βοσκό, τον Θεμιστοκλή. Πλησιάζοντας τον βοσκό ο εκατόνταρχος, ζήτησε να πληροφορηθεί, πού βρίσκεται κρυμμένος ο Διοσκορίδης και αν είναι χριστιανός. Ο Θεμιστοκλής απέφυγε να απαντήσει στα ερωτήματα του εκατόνταρχου και στη συνέχεια ομολόγησε περίτρανα τη χριστιανική του ταυτότητα, προκαλώντας την οργή, αλλά και τη χαρά των στρατιωτών, που είχαν επιτέλους ανακαλύψει έναν χριστιανό βοσκό.
Αφού οι στρατιώτες έφτασαν σ’ ένα βουνό, πληροφορήθηκαν την ύπαρξη στην περιοχή ενός χριστιανού βοσκού με το όνομα Διοσκορίδης. Οι στρατιώτες άρχισαν να ψάχνουν ανελέητα στην περιοχή για να ανακαλύψουν και να συλλάβουν τον Διοσκορίδη. Μόλις εκείνος αντιλήφθηκε το στρατιωτικό απόσπασμα, εγκατέλειψε το κοπάδι με τα πρόβατα και αναζήτησε ασφαλές καταφύγιο για να προστατευθεί. Ένας λάκκος σκεπασμένος από βατομουριές αποτέλεσε το ιδεώδες καταφύγιο γι’ αυτόν. Αφού οι στρατιώτες ερεύνησαν την περιοχή χωρίς κανένα αποτέλεσμα, αντιλήφθηκαν σε κάποια απόσταση έναν άλλο βοσκό, τον Θεμιστοκλή. Πλησιάζοντας τον βοσκό ο εκατόνταρχος, ζήτησε να πληροφορηθεί, πού βρίσκεται κρυμμένος ο Διοσκορίδης και αν είναι χριστιανός. Ο Θεμιστοκλής απέφυγε να απαντήσει στα ερωτήματα του εκατόνταρχου και στη συνέχεια ομολόγησε περίτρανα τη χριστιανική του ταυτότητα, προκαλώντας την οργή, αλλά και τη χαρά των στρατιωτών, που είχαν επιτέλους ανακαλύψει έναν χριστιανό βοσκό.
Στη συνέχεια ο γενναίος Θεμιστοκλής συνελήφθη και οδηγήθηκε αλυσοδεμένος ενώπιον του άρχοντα των Μύρων Ασκληπιού, όπου έδωσε μια τολμηρή ομολογία πίστεως στον έναν και αληθινό Θεό. Ο Ασκληπιός εξοργίστηκε, αλλά ο Άγιος έμεινε σταθερός και ακλόνητος στη χριστιανική του πίστη παρά τις απειλές και τους εκφοβισμούς που δέχθηκε. Τότε ο Ασκληπιός βλέποντας το ακμαίο φρόνημα και τη σθεναρή πίστη του Αγίου, διέταξε να τον ξεγυμνώσουν, να τον ρίξουν ανάσκελα και να τον χτυπήσουν ανελέητα στην κοιλιά μέχρι που αυτή καταξεχίσθηκε. Ο πιστός δούλος του Θεού Θεμιστοκλής συνέχισε, παρά τα βασανιστήρια, να προσεύχεται αδιάλειπτα στον Κύριο για να αξιωθεί του αμαράντου στεφάνου του μαρτυρίου. Στη συνέχεια τον κρέμασαν σε ξύλο και έσυραν το σώμα του πάνω σε σιδερένια καρφιά. Αιμόφυρτος και καταπληγωμένος παρέδωσε την αγνή του ψυχή στο στεφανοδότη Χριστό στις 21 Δεκεμβρίου του έτους 250μ.Χ., ημέρα κατά την οποία η Ορθόδοξη Εκκλησία τιμά και γεραίρει τη μνήμη του.
Οι αθλητικοί αγώνες και η τολμηρή ομολογία πίστεως του Αγίου Θεμιστοκλέους υμνούνται και γεραίρονται και μέσα από την ασματική του ακολουθία, την οποία εποίησε το 1966 ο αείμνηστος υμνογράφος της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας, Γεράσιμος μοναχός ο Μικραγιαννανίτης, ενώ ναοί επ’ ονόματι του Αγίου έχουν ανεγερθεί στα Σπάτα Αττικής και στο Πλωμάρι Λέσβου.
Ας ευχηθούμε ολόψυχα ο Άγιος ένδοξος και καλλίνικος μάρτυς του Χριστού Θεμιστοκλής, που εισήλθε τροπαιούχος στην αιωνιότητα δοξάζοντας την Εκκλησία του Χριστού, να αποτελέσει και για τον σημερινό εγωκεντρικό άνθρωπο ένα φωτεινό παράδειγμα ακμαίου φρονήματος, ηρωικής αυταπάρνησης, καρτερικής υπομονής, ακλόνητης πίστης και ζωντανής ομολογίας στον Σωτήρα και Λυτρωτή Χριστό.
Αριστείδης Γ. Θεοδωρόπουλος
Εκπαιδευτικός
Βιβλιογραφία
Κλειδωνιάρη Ελευθερίας Α., Από το ρυθμό της βιοπάλης Άγιοι στη συχνότητα τ’ ουρανού, Β΄ Έκδοση, Χαλκίδα 2003.
Ιερός Ναός Αγίου Θεμιστοκλέους Σπάτων |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου