Ἀπολυτίκιον Κοιμήσεως Θεοτόκου Ἦχος α' Ἐν τῇ Γεννήσει τὴν παρθενίαν ἐφύλαξας, ἐν τῇ Κοιμήσει τὸν κόσμον οὐ κατέλιπες Θεοτόκε. Μετέστης πρὸς τὴν ζωήν, μήτηρ ὑπάρχουσα τῆς ζωῆς, καὶ ταῖς πρεσβείαις ταῖς σαῖς λυτρουμένη, ἐκ θανάτου τὰς ψυχὰς ἡμῶν.
ΙΕΡΟΣ ΕΝΟΡΙΑΚΟΣ ΝΑΟΣ ΚΟΙΜΗΣΕΩΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΣ ΤΗΣ ΙΕΡΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΕΩΣ ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ

Παρασκευή 14 Αυγούστου 2015

Βυζαντινές Εικόνες της Θεοτόκου

Της Πόπης Χαλκιά-Στεφάνου

Το υπερύμνητο όνομα της Υπεραγίας Θεοτόκου ύμνησε με το χρωστήρα του μία πλειάδα αγιογράφων της Ορθοδοξίας και ιστόρησε εκπάγλου ωραιότητας Εικόνες, άλλοτε παριστάνοντας την Αειπάρθενο Μαρία μόνη, χωρίς το μικρό Ιησού και άλλοτε κρατώντας στα γόνατα της το Μονογενές Της τέκνο.

Οι σπουδαιότερες Βυζαντινές Εικόνες της Υπεραγίας Θεοτόκου, είναι:

1. Η Δεομένη. Η απεικόνιση της Θεοτόκου Δεομένης προέρχεται από το γνωστό τύπο των κατακομβών, ο οποίος στους χώρους αυτούς έγινε αρχικά το σύμβολο της δεομένης ψυχής. Εδώ η Παρθένος ιστορείται όρθια σε μετωπική απεικόνιση με υψωμένας τας Χείρας Της προς τον Ουρανό, σε στάση δεητική. Δέεται στον Παντοκράτορα υπέρ της Εκκλησίας, των πιστών χριστιανών και όλων των απογόνων του Αδάμ. Η απεικόνιση της Θεοτόκου Δεομένης παριστάνεται ακόμη και εστραμμένη πλαγίως προς τον Ιησού Χριστό, όπως στο Τρίμορφο του τέμπλου και στην παράσταση, τη λεγόμενη Θεοτόκος η Παράκλησις. Ο εικονογραφικός τύπος της Δεήσεως επικρατεί και έχει ευρεία διάδοση κυρίως στους βυζαντινούς χρόνους


2. H Πλατυτέρα. Είναι επίσης πολύ προσφιλής ο τύπος αυτός στην Ορθόδοξη αγιογραφία. Την ονομασία της οφείλει στο Μεγαλυνάριον της Λειτουργίας του Μεγάλου Βασιλείου, «την σην μήτραν θρόνον εποίησεν∙ και την σην γαστέρα πλατυτέρα των ουρανών απειργάσατο». Η Πλατυτέρα εικονίζεται συνήθως στο τεταρτοσφαίριον της κόγχης του Ιερού Βήματος, προφανώς συμβολικά, επειδή με τη σάρκωση του Λόγου του Θεού η Θεοτόκος κατέστη «η γέφυρα η μετάγουσα τους εκ γης προς ουρανόν»

Κατέστη «η κλίμαξ επουράνιος, δι' ής κατέβη ο Θεός», και στο τεταρτημόριον της κόγχης που έχει τη μορφή της φάτνης – Πλατυτέρας η οποία εχώρεσε τον κόσμον όλον· ούτω έλαμψεν η χαρά στον κόσμον Για τούτο σε κάποιους ναούς επιγράφεται Η Πάντων Χαρά.

Η Πλατυτέρα εικονίζεται συνήθως ολόσωμη, όρθια σε μετωπική απόδοση με το Θείο Βρέφος στην μητρική Της αγκάλη· άλλοτε πάλι ημίσωμη, αλλά πάντοτε κατ’ ενώπιον, με τάς Χείρας εκτεταμένας κατά τον τύπο της Δεομένης· μπροστά στο στήθος ενίοτε φέρει μετάλλιον, όπου ιστορείται ο Χριστός ως Εμμανουήλ, νέος και αγένιος. Η απεικόνιση αυτή αποτελεί το γνωστό τύπο της Παναγίας της Βλαχερνιώτισσας, η οποία έλαβε το όνομα αυτό από την Εικόνα, που ιδιαιτέρως ετιμάτο στον Ναό των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη.

Άλλοτε πάλι εικονίζεται ολόσωμη, καθημένη επί θρόνου αυστηρή και αλύγιστη κρατούσα τον Ιησού παιδίον στα γόνατά Της. Αλλά και η ένθρονος Βρεφοκρατούσα είναι επίσης παλαιός τύπος.

3. Η Οδηγήτρια. Ο εικονογραφικός τύπους της Παναγίας της Οδηγήτριας είναι ιδιαίτερα διαδεδομένος στην Ορθόδοξη τέχνη. Εδώ η Θεοτόκος εικονίζεται κατά το άνω ήμισυ, Βρεφοκρατούσα με ελαφρώς εστραμμένο τον κορμόν προς τα αριστερά, όπου κρατεί με τη αριστερή Χείρα τον Ιησού Βρέφος (Αριστεροκρατούσα), ενώ υψώνει τη δεξιά εμπρός στο στήθος Της. Την ονομασία της έλαβε από την Εικόνα που εφυλάσσετο στη Μονή Οδηγών στην Κωνσταντινούπολη και η Οποία κατά την Παράδοση ιστορήθηκε από τον ευλογημένο χρωστήρα του Ευαγγελιστού Λουκά. 

Η Εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας, που εθεωρείτο Ιερόν Παλλάδιον, ελιτανεύετο κατά τις τελετές και τις εορτές και κατά τις μάχες περιεφέρετο ανάμεσα στο στράτευμα· ενώ κάθε Τρίτη ημέρα της εβδομάδος περιεφέρετο ανά την Πόλη, στηριζομένη επάνω των πιστών χριστιανών. Η ίδια εικόνα απέτρεψε τους εχθρούς της αυτοκρατορίας κατά τον ΙΒ΄ αιώνα και την έθεσε επικεφαλής του θριάμβου του ο Μιχαήλ ο Παλαιολόγος κατά την είσοδό του με την ανακατάλυψη της Βασιλεύουσας από τους Βυζαντινούς το 1261. 

Στον εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Οδηγήτριας η Θεοτόκος φέρει υψηλόφρονα έκφραση και ελαφρύ μειδίαμα, σαν να σηματοδοτεί τη νίκη και τη δόξα, είναι η Θεοτόκος της νίκης και της δόξας. Ο Τύπος αυτός εμφανίζει αργότερα και την παραλλαγή της Παναγίας της Δεξιοκρατούσας. Τον ίδιο τύπο ακολουθούν και οι λεγόμενες αχειροποίητες Εικόνες της Θεομήτορος, για τις οποίες η πρώτη αναφορά γίνεται τον 6ον μ. Χ. αιώνα με την αυτοκράτειρα Ευδοξία, η οποία έστειλε την Εικόνα αυτή στη θυγατέρα της Πουλχερία. Ιδιαίτερη επίδραση είχε ο τύπος αυτός στη Δύση.

Στον εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Οδηγήτριας ανήκουν και άλλες απεικονίσεις της Θεοτόκου με κάποιες παραλλαγές :


α) Ρόδον το Αμάραντον. Εδώ η Θεοτόκος εικονίζεται στο μέσον μεγάλου ρόδου. Φέρει βασιλική ενδυμασία και χρυσοποίκιλτο στέμμα στην κεφαλή. Στη μία Χείρα κρατεί τον Ιησού Χριστό, ενδεδυμένον με αρχιερατικά άμφια και στην άλλη ρόδον, με το οποίο συμβολίζεται ο Θεάνθρωπος, που είναι το «αμάραντον ρόδον». Άγγελοι κρατούν ειλητό, που κατονομάζει την απεικόνιση «Ρόδον το αμάραντον χαίρε η μόνη βλαστήσασα». Πηγή της ιστόρησης αυτής είναι ο Ακάθιστος Ύμνος και συγκεκριμένα το τρίτο Τροπάριον της α΄Ωδής του Κανόνος Ιωσήφ του Υμνογράφου. 

Θεματικά η απεικόνιση ανήκει στους τελευταίους χρόνους της εικονογραφίας, η οποία γίνεται περισσότερο γνωστή τον ΙΗ΄ αιώνα.


β) Η Θεοτόκος το «Άξιόν εστιν». Στο κέντρο εικονίζεται η Θεοτόκος η Βρεφοκρατούσα, που φέρει πολύπτυχο και πανέμορφο μαφόριο και επί της κεφαλής περίτεχνο με πολύτιμα πετράδια διάδημα, το οποίον Άγγελοι, μέσα στα νέφη ιπτάμενοι, κρατούν. Περίτεχνο διάδημα φέρει επίσης και ο μικρός Ιησούς. Γύρω από τη Θεία Μορφή της Θεομήτορος και του Ιησού σε εικονίδια ευρίσκονται τυπωμένες οι σφραγίδες των είκοσι Μονών του Ιερού Άθω, που δηλώνουν τη γενική τιμή, τον σεβασμό και την αγάπη όλων των μοναχών προς τη Θεομήτορα. 

Η απεικόνιση αυτή οφείλει την ονομασία της στο γνωστό Μεγαλυνάριον «Άξιόν εστιν ως αληθώς μακαρίζειν σε την Θεοτόκον». Κατά την Παράδοση τον Ύμνον αυτόν της Παρθένου, εδίδαξεν ο Αρχάγγελος Γαβριήλ τον Ι΄ αιώνα.

Λίγο υψηλότερα από τους Αγίους Αγγέλους εικονίζεται ο Θεός Πατήρ, που παρακολουθεί, χαίρει και επικροτεί με τας απλωμένας Χείρας Του τις κινήσεις των Αγίων Αγγέλων, δηλαδή τη στέψη της Θεοτόκου από τον Θεόν - Πατέρα. 

Η απεικόνιση αυτή αγαπήθηκε και αναπτύχθηκε πολύ στη Δύση.

4. Η Παναγία η Γλυκοφιλούσα. Την ονομασία Γλυκοφιλούσα ο εικονογραφικός αυτός τύπος οφείλει στην τρυφερή εκδήλωση της Παρθένου Μαρίας προς το Μονογενές Της Τέκνο. Στην πραγματικότητα η Θεοτόκος δεν θωπεύει το Θείο Βρέφος. Δεν είναι ούτε θωπεύουσα, ούτε γλυκοφιλούσα, αλλά δέχεται τις θωπείες και τους ασπασμούς από το μικρό Ιησού – όπως κάθε νήπιον τελεί προς τη μητέρα Του – τον Οποίον φιλόστοργα κρατεί στην μητρική Της αγκάλη. και κλίνει την κεφαλή προς την παρειάν Του. Η Θεομήτωρ εδώ εικονίζεται σοβαρή, μελαγχολική με θλιβερό και λυπημένο βλέμμα. Ίσως να οραματίζεται το μελλοντικό δράμα που διαφαίνεται στο αγαπημένο Της Τέκνο, όπως και ο Άγιος Συμεών είχε προφητεύσει «σου δε αυτής την ψυχήν διελεύσεται ρομφαία» (Λουκ. Β, 35)

Στο αυτόν εικονογραφικό τύπο ανήκει και η των τελευταίων χρόνων Εικόνα της Θεομήτορος, η επονομαζομένη Παναγία η Καρδιώτισσα, στην οποία η στοργική μητέρα εναγκαλίζεται με τρυφερότητα τον μικρό Υιό Της – ίσως γιατί διαισθάνεται τα μελλούμενα –που εγγίζει απαλά τα θεϊκά χείλη Του στην παρειά της Παναγίας Μητέρας Του.


5. Η Παναγία η Γαλακτοτροφούσα. Στον εδώ εικονογραφικό τύπο της Παναγίας της Γαλακοτροφούσας ο Ιησούς ζωγραφείται νήπιον, το Οποίον με εξαιρετική τρυφερότητα φέρει η Θεομήτωρ στη Θεία Αγκάλη Της και το Οποίον θηλάζει από τον μαστό της Αγίας Μητέρας Του. Τον τύπο της Εικόνας αυτής φαίνεται να ενέπνευσε το χωρίον του Ευαγγελιστού Λουκά «μακαρία η κοιλία η βαστάσασά σε και μαστοί ους εθήλασας» (ια΄27). Ο τύπος αυτός έγινε γνωστός από τις κοπτικές τοιχογραφίες. 

Η απεικόνιση της Παναγίας της Γαλακοτροφούσας συναντάται τον Β΄ μ. Χ. αιώνα στις τοιχογραφίες της Ρώμης. Μεγάλη εξάπλωση έλαβε ο τύπος αυτός στη Δύση.


6. Η Παναγία του Πάθους (Η Αμόλυντος). Με λυπημένη, σχεδόν πένθιμη, έκφραση στην Αγία Μορφή Της εικονίζεται σε αυτό τον εικονογραφικό τύπο η Θεομήτωρ Πολύ πιο έντονα θλιμμένη από τους άλλους εικονογραφικούς τύπους. 

Σε αυτόν τον τύπο η Θεοτόκος ιστορείται συνήθως μόνον κατά το άνω ήμισυ σε μετωπική απεικόνιση. Με την αριστερή Της Χείρα βαστάζει «τον βαστάζοντα πάντα» Ιησού, παιδίον, ενώ με την δεξιά Της κρατεί και τα δύο χέρια του αγαπημένου Της σπλάχνου. Λίγο πιο ψηλά και αριστερά εικονίζεται ο Αρχάγγελος Γαβριήλ που κρατεί Σταυρόν, ενώ αντίστοιχα δεξιά ιστορείται ο Αρχιστράτηγος Μιχαήλ με τα σύμβολα του πάθους, τη λόγχη και τον σπόγγον.

Κάτω ακριβώς από τον Αρχάγγελον Γαβριήλ επίγραμμα ερμηνεύει τα σύμβολα αυτά· και παράλληλα είναι εμφανές και το δέος από την ανθρώπινη φύση του μικρού Ιησού «θνητή σάρκα ενδεδυμένον».

Ο αρχαιότερος τύπος της Παναγίας του Πάθους ευρίσκεται στην ολόσωμη Βρεφοκρατούσα της Μονή Αράκου Κύπρου.

7. Η Παναγία η Νικοποιός. Ο εικονογραφικός τύπος της Παναγίας της Νικοποιού ιστορείται με τη Μητέρα του Θεού ημίσωμη σε κατ’ενώπιον απεικόνιση, η Οποία κρατεί στη στοργική αγκάλη Της τον μικρό Ιησού. Η έκφρασή Της είναι αυστηρή και μεγαλοπρεπής Κατά την Παράδοση είναι έργο του Ευαγγελιστή Λουκά. 

Η Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου ετιμάτο ιδιαιτέρως στο Βυζάντιο, όπως και η Εικόνα της Παναγίας της Οδηγήτριας. Εθεωρείτο Προστάτις του στρατού και του κράτους. Ήταν το ιερό σύμβολο της νίκης. Για τούτο πολλοί αυτόκράτορες εθεωρούσαν εξαιρετική ευλογία να φέρουν μαζί τους στις εκστρατείες τη θαυματουργή Εικόνα Της. 

Στην Υπέρμαχο Στρατηγό, στην Εικόνα της Νικοποιού Θεοτόκου, την Οποία ελιτάνευσε ο Πατριάρχης Σέργιος στα τείχη της Βασιλεύουσας και στη θεϊκή Της Δύναμη, απέδωσαν οι Βυζαντινοί τη νίκη, όταν ο αυτόκράτορας Ηράκλειος πολεμούσε το 626 εναντίον των Περσών, ενώ οι Άβαροι με αρχηγό τον Χαγάνο επολιόρκησαν τη Βασιλίδα των πόλεων. Τη σωτηρία παρέμβαση της Θεομήτορος επιβεβαιώνει, κατά τα σωζόμενα κείμενα, και ο αρχηγός των Αβάρων, που έβλεπε μια μυστηριώδη γυναίκα, την Παναγία της Νίκης να περιέρχεται τα τείχη. Στην Υπέρμαχο Στρατηγό η Πόλις «αναγράφει τα νικητήρια». Για τούτο ο Ακάθιστος Ύμνος είναι οι ευχαριστήριοι ύμνοι, που εψάλλησαν τότε προς τον Νικοποιό Παρθένον, στην Οποία οφείλει την ονομασία της η Εικόνα.

Και πάλι η Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου, ανηρτημένη επί ιερού ξύλου κατατρόπωσε το 679 τις ορδές του χαλίφη Μωαβία, ο οποίος επολιόρκησε με τους Σαρακηνούς την Κωνσταντινούπολη· σε αναπάντεχη όμως τρικυμία κατεβυθίσθηκε ο στόλος τους στις ακτές της Παμφυλίας κι έτσι εγκατέλειψαν την πολιορκία· όπως και 717-718 προστάτεψε και έσωσε την Πόλη από την πολιορκία των Αράβων, καθώς και το 860 από εκείνη των Ρώσων.

Κι όταν οι εικονομάχοι (περίοδος εικονομαχίας 726-843) έρριξαν στη φωτιά όλες τις Εικόνες για να καούν, η Εικόνα της Παναγίας της Νικοποιού διεσώθη άκαυτη με θαύμα της Θεοτόκου και διαφυλάχθηκε από ευσεβή χριστιανό. Την Εικόνα της Νίκης ελιτάνευσε στην Κωνσταντινούπολη ο Ιωάννης Τσιμισκής (969-976), όταν επέστρεψε θριαμβευτής το 971 από την εκστρατεία του κατά των Περσών.

Με την κατάληψη της Πόλης το 1204 από τους Σταυροφόρους η θαυματουργική Εικόνα της Παναγίας της Νικοποιού περιήλθε στα χέρια του πραίτορα Μαρίνου Ζένου, ο οποίος εγνώριζε τη θαυματουργή Δύναμη της«Προστάτιδας των Βυζαντινών». Έκτοτε εχάθηκαν τα ίχνη της σεπτής Εικόνας της Νίκης, κατά την συνήθεια πάντοτε των Δυτικών να αφαιρούν τα κειμήλια και τους θησαυρούς της Πίστεως και του πολιτισμού από την Ανατολή.

Ο Κωδινός (Εκδ. Βιέννης 69,315) αναφέρεται στη θαυματουργή Εικόνα του Νικοποιού στην Κωνσταντινούπολη. Η πολύ γνωστή Εικόνα της Παρθένου Νικοποιού, που ευρίσκεται στον Άγιο Μάρκο της Βενετίας και ανάγεται στον ΙΒ' αιώνα, πιθανόν να είναι εκείνη της Κωνσταντινουπόλεως. Πάντως, η σημερινή Εικόνα της Νικοποιού Παρθένου που ευρίσκεται στο Βατικανό είναι παλαιό αντίγραφο του πρωτοτύπου.

8. Η Αγία Σκέπη. Όχι μόνον ο χρωστήρας των αγιογράφων ύμνησε με πολλές και διαφορετικές απεικονίσεις την Κυρία Θεοτόκο και Βασίλισσα του Ουρανού, αλλά και πολλοί Πατέρες και Υμνογράφοι μελώδησαν με την ποιητική τους γραφίδα. 

Στον Ακάθιστο Ύμνο η Θεοτόκος υμνείται,«Χαίρε σκέπη του κόσμου πλατυτέρα νεφέλης». Και στον Παρακλητικό Κανόνα«Χαίρε θεία σκέπη· χαίρε όπλου και τείχος απόρθητον». Από τους στίχους αυτούς εμπνεύσθηκε ο αγιογράφος και ιστόρησε την Εικόνα της Θεοτόκου, ίσως και ως συνέχεια της απωλεσθείσης εικόνας της Παναγίας της Νικοποιού. 

Η Αγία Σκέπη, η Οποία βρήκε μεγάλη διάδοση στην Ρωσία με τον τίτλο Ποκρόφ. Στον εικονογραφικό τύπο της Αγίας Σκέπης η Πανάχραντος Μητέρα του Κυρίου, και του κόσμου όλου, εικονίζεται ολόσωμη, εκτείνουσα ως σκέπη και προστασία των πιστών, το αγιασμένο Της μαφόριον. Άλλοτε πάλι υπεράνω της Θεοτόκου ιστορούνται δύο Άγγελοι που κρατούν απλωμένο το ιερό μαφόριο ή την Αγία Ζώνη της Θεομήτορος.

Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου θεσπίσθηκε στα χρόνια του Βυζαντινού αυτοκράτορα Λέοντα ΣΤ΄του Σοφού (865-912). Η τιμή της Εικόνας ανάγεται στο μεγάλο κίνδυνο που αντιμετώπιζε η Βασιλεύουσα από τους Αγαρηνούς. Στον Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών οι χριστιανοί της Πόλης προσεύχονται και αναπέμπουν δεήσεις και παρακλήσεις στην Υπέρμαχον Στρατηγό να τους απαλλάξει από τη φοβερή απειλή του εχθρού. Μαζί τους προσεύχεται και ο Όσιος Ανδρέας, ο επονομαζόμενος «δια Χριστόν σαλός», με τον υποτακτικόν του Επιφάνιο, πρόσωπα μεγάλης αρετής και αγνότητας. Ξαφνικά κατά τα μεσάνυκτα βλέπουν να εμφανίζεται στην Ωραία Πύλη μεγαλόπρεπη γυναίκα, συνοδευόμενη από λευκοφόρους Αγίους και Αγγέλους που ψάλλουν ύμνους. Και τότε με έκπληξή τους βλέπουν τη μεγαλόπρεπη γυναίκα, την Κυρία Θεοτόκο να γονατίζει και με δάκρυα στα μάτια να προσεύχεται στο Μονογενή Υιό Της για τους χριστιανούς που Την ικετεύουν. Έπειτα να βγάζει το αστραφτερό Της πέπλο από τη άχραντο κεφαλή Της και να το απλώνει σαν σκέπη επάνω από το εκκλησίασμα, δηλώνοντας με αυτόν τον τρόπο την προστασία και τη σκέπη Της.

Όταν οι Βυζαντινοί απαλλάχθηκαν από τον κίνδυνο «εώρτασαν την επ’ αυτών απλωθείσαν Ιερά Σκέπην» .

Στο Ναό της Παναγίας των Βλαχερνών της Κωνσταντινουπόλεως, στο παρεκκλήσιo της Αγίας Σορού εφυλλάσοντο, η εσθήτα, ο πέπλος και μέρος της Αγίας Ζώνης της Θεομήτορος (Εμφανίσεις και θαύματα της Παναγίας, Έκδοσ. Ι. Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, 1999, σελ. 137).

Κατά τον Μ. Συναξαριστή της Εκκλησίας η εορτή της Αγίας Σκέπης ετιμάτο την 1ην Οκτωβρίου.

Αλλά όπως και κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο πολλοί στρατιώτες και αξιωματικοί μαρτυρούν ότι σε ώρα μάχης, αλλά και σε άλλες στιγμές, έβλεπαν ζωηρότατα στον ουρανό τη σκέπη και την προστασία της Θεοτόκου, που χάρισε νικηφόρες μάχες στον ελληνικό στρατό στην Κορυτσά, στο Τεπελένι, στο Πόγραδετς. Άγρυπνη η Υπέρμαχος Στρατηγός ευλογούσε και προστάτευε τους πολεμιστές, και οδήγησε το ελληνικό στράτευμα στο αθάνατο έπος του 1940. Έτσι, η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου μετατέθηκε με απόφαση της Ιεράς Συνόδου του 1952 μετά από εισήγηση του Αρχιεπισκόπου Σπυρίδωνος και πανηγυρίζεται μαζί με την εθνική εορτή του ΟΧΙ στις 28 Οκτωβρίου, ως ευχαριστήρια εορτή για τη Θεία Προστασία της Θεομήτορος,


9. Η Θεοτόκος η Βασίλισσα. Απεικονίσεις της Θεοτόκου της Βασίλισσας των Ουρανών είναι γνωστές από τους πρώτους χριστιανικούς χρόνους. Εδώ η Θεομήτωρ φέρει βασιλική αλουργίδα και μαργαριτοκόσμητον διάδημα. Επί της αχράντου κεφαλής Της, όπως και σε κάποιες παραστάσεις της Δεήσεως. Κάθεται επί χρυσοποίκιλτου θρόνου και κρατεί στοργικά στα γόνατά Της τον μικρό Ιησού. Σε κάποιες παραστάσεις εικονίζονται δεξιά και αριστερά δύο Άγγελοι, που διακονούν την Κυρία Θεοτοκο. 

Είναι η «υψηλοτέρα των Ουρανών» (καθέδρα) και η «Κυρία των Αγγέλων». Ο εικονογραφικός τύπος της Θεοτόκου της Βασίλισσας επικρατεί στη Ρώμη τον ΣΤ΄ και Ζ΄ αιώνα και μετέπειτα τον Η΄ αιώνα. Ο τύπος αυτός εμπνέει κυρίως τους ζωγράφους της Δύσεως και μόνο στις μεταβυζαντινές Εικόνες της Θεομήτορος επανέρχεται το διάδημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: